Την απόφαση του υπουργού Υποδομών Χρίστου Σπίρτζη να αλλάξει τους κανόνες λειτουργίας στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες των ταξί, ενισχύει η χθεσινή ετυμηγορία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου με την οποία αποφαίνεται ότι οι επίμαχες υπηρεσίες δεν συνιστούν διαδικτυακή εφαρμογή αλλά υπηρεσία μεταφορικού έργου.
Παρά την θύελλα αντιδράσεων που προκάλεσαν οι ρυθμίσεις του υπουργείου τους προηγούμενους μήνες, ο κ. Σπίρτζης βρήκε από χθες ένα απροσδόκητο σύμμαχο στην επιχειρηματολογία του ότι στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες χρειάζεται να μπει μια τάξη.
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, επανατοποθετεί με τον πλέον θεσμικό τρόπο την λειτουργία εταιρειών όπως η Uber και η Beat αφού τις φέρνει αντιμέτωπες με τα κράτη-μέλη που δραστηριοποιούνται και τις αντίστοιχες εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την λειτουργία των μεταφορικών εταιρειών.
Το σκεπτικό της απόφασης είναι ότι οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες δεν περιορίζονται στο ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ οδηγών και επιβατών αλλά ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην παροχή της υπηρεσίας μεταφοράς.
Τα επιχειρήματα που αναπτύσσει το δικαστήριο για την Uber είναι ότι ασκεί τον έλεγχο σε όλα τα κρίσιμα στάδια της μεταφοράς επιβατών όπως στο κόστος του μεταφορικού έργου, στις προδιαγραφές ασφαλείας, στην καθοδήγηση των οδηγών προκειμένου να μεγιστοποιήσουν το μεταφορικό έργο (περιοχές με αυξημένη ζήτηση), την βαθμολόγηση και φυσικά την δυνατότητα να τους αποκλείει από την πλατφόρμα.
Για παράδειγμα οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες παρέχουν μέχρι σήμερα μία σειρά από εκπτώσεις και οικονομικά τιμολόγια στην μεταφορά που ανταγωνίζονταν ευθέως την ταρίφα των ταξί.
Με την απόφαση αυτή, οι τιμές δεν θα αποτελούν προϊόν ρύθμισης μεταξύ ιδιωτών αλλά μεταξύ δημοσίου και ιδιώτη.
Με την κρίση του δικαστηρίου, οι εταιρείες δεν καλύπτονται από την κοινοτική οδηγία για ελεύθερη παροχή υπηρεσιών μέσω ίντερνετ και υπόκεινται σε ρυθμίσεις εθνικού χαρακτήρα.
Η απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου δεν αποδυναμώνει την τεχνολογική καινοτομία των υπηρεσιών αυτών, την οποία ωστόσο ο κ. Σπίρτζης έχει αμφισβητήσει, ωστόσο θεωρεί ότι αυτή μεσολαβεί για να παρασχεθεί μία υπηρεσία αστικών μεταφορών.
Για εξέλιξη που αποσυνδέει με το δικό της μεταφορικό έργο έκανε λόγο χθες η Beat σε ανακοίνωση που εξέδωσε για να σχολιάσει τις επιπτώσεις που δημιουργεί στον κλάδο, η πρόσφατη απόφαση.
Επί της ουσίας, η εταιρεία θεωρεί ότι αφορά μη επαγγελματίες οδηγούς, με τους οποίους η ίδια δεν συνεργάζεται αφού οι συνεργάτες της είναι επαγγελματίες οδηγοί ταξί.
Η εταιρεία επικαλείται την ανακοίνωση τύπου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, και αναφέρει: «μέσω μιας εφαρμογής για έξυπνα τηλέφωνα διευκολύνεται έναντι αμοιβής η επικοινωνία μεταξύ μη επαγγελματιών οδηγών που χρησιμοποιούν δικό τους όχημα και ατόμων που επιθυμούν να μετακινηθούν εντός πόλης.
Είναι πασιφανές, λοιπόν, ότι καμία αναλογία δεν υπάρχει μεταξύ της ΒΕΑΤ και της UBER και ο οποιοσδήποτε συσχετισμός γίνεται από άγνοια.
Η ΒΕΑΤ συνεργάζεται μόνο με επαγγελματίες και ήδη αδειοδοτημένους οδηγούς και επιβατηγά οχήματα δημόσιας χρήσης (ταξί) που υπόκεινται πλήρως στο θεσμικό και ελεγκτικό καθεστώς των αρμοδίων αρχών.
Συνεπώς, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο σύγχυσης ή παρερμηνείας».
Στην απόφαση για τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες κατέληξε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο μετά από προδικαστικό ερώτημα δικαστηρίου της Βαρκελώνης, στο οποίο είχαν καταφύγει επαγγελματίες του κλάδου των ταξί για να διαπιστωθεί αν η Uber είναι εταιρεία ταξί ή παρέχει «υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας» και απλά διαμεσολαβεί μεταξύ επιβατών και οδηγών αυτοκινήτου.
Χθες ο υπουργός Υποδομών δήλωσε ότι με την απόφαση «αποδεικνύεται ποιες πολιτικές δυνάμεις έχουν μετατρέψει την Ελλάδα σε μια πραγματική Ευρωπαϊκή χώρα και ποιες τη θέλουν “Ψωροκώσταινα”».
Όπως ανέφερε, το νομοσχέδιο για τον ΚΟΚ στον οποίο περιλαμβάνονται οι επίμαχες ρυθμίσεις για τις εφαρμογές ταξί είναι στο δρόμο για να κατατεθεί στην Βουλή.