Ο οποιοσδήποτε πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αποζημιωθεί από το ασφαλιστικό ταμείο της χώρας του, για θερμαλιστικές υπηρεσίες που θα λάβει σε άλλη χώρα της Ε.Ε, αν βέβαια πληρεί κάποιες προϋποθέσεις, διευκρινίζει ο ΕΟΠΥ στον Σύνδεσμο Δήμων Ιαματικών Πηγών Ελλάδας σχετικά με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2011/24, τονίζοντας παράλληλα ότι οι ασθενείς που ταξιδεύουν σε άλλη χώρα της ΕΕ για ιατρική περίθαλψη δικαιούνται την ίδια μεταχείριση με τους πολίτες της χώρας που παρέχει την περίθαλψη. Αν έχουν δικαίωμα περίθαλψης στη χώρα τους, οι δαπάνες θα τους επιστραφούν από αυτήν.
Για να αποζημιωθεί από το ασφαλιστικό ταμείο της χώρας του, για θερμαλιστικές υπηρεσίες που θα λάβει σε άλλη χώρα της Ε.Ε, θα πρέπει να πληρεί κάποιες προϋποθέσεις, και βέβαια εφόσον η Οδηγία καλύπτει όλους τους παρόχους συμπεριλαμβανομένων και των μη-συμβεβλημένων ή ιδιωτικών δεν χρειάζεται οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης ιαματικών πηγών να επωμιστούν το τεράστιο κόστος μετατροπής των ιατρείων που διατηρούν μέσα στις Μονάδες Ιαματικής Θεραπείας και τα Κέντρα Ιαματικού Τουρισμού – Θερμαλισμού σε μονάδες Α’ θμιας φροντίδας υγείας.
Αναλυτικά η απάντηση του ΕΟΠΥ:
“Η Οδηγία 2011/24/ΕΕ για τα δικαιώματα του ασθενούς στη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη σχετίζεται με την ελεύθερη μετακίνηση των εργαζομένων σύμφωνα με τις θεμελιώδεις ελευθερίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορά στο πλαίσιο της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών.
Στη νομική του διάσταση, το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2011/24/ΕΕ ορίζεται συνδυαστικά από τις διατάξεις του άρθρου 1 και άρθρου 3(α) και (ε).
Σύμφωνα με το άρθρο 1, η Οδηγία εφαρμόζεται στην παροχή υγειονομικής περίθαλψης σε ασθενείς, ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο αυτή οργανώνεται, παρέχεται και χρηματοδοτείται.
Το άρθρο 3(α) ορίζει την υγειονομική περίθαλψη ως εξής: υπηρεσίες υγείας που παρέχονται σε ασθενείς από επαγγελματίες της υγείας προκειμένου να εκτιμηθεί, να διατηρηθεί ή να αποκατασταθεί η κατάσταση της υγείας τους, συμπεριλαμβανομένης της συνταγογράφησης, της χορήγησης και της προμήθειας φαρμάκων και ιατροτεχνολογικών βοηθημάτων.
Τέλος το άρθρο 3(ε) ορίζει τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη ως την υγειονομική περίθαλψη που παρέχεται ή συνταγογραφείται σε κράτος μέλος διάφορο από το κράτος μέλος ασφάλισης.
Η Οδηγία αποσαφηνίζει τα δικαιώματα των ασθενών για πρόσβαση σε ασφαλή και ποιοτική θεραπεία σε άλλες χώρες της ΕΕ και για την επιστροφή των σχετικών εξόδων.
Οι ασθενείς που ταξιδεύουν σε άλλη χώρα της ΕΕ για ιατρική περίθαλψη δικαιούνται την ίδια μεταχείριση με τους πολίτες της χώρας που παρέχει την περίθαλψη. Αν έχουν δικαίωμα περίθαλψης στη χώρα τους, οι δαπάνες θα τους επιστραφούν από αυτήν. Η επιστροφή των δαπανών τους θα γίνει μέχρι του ποσού του κόστους της εν λόγω αγωγής στη χώρα τους.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να χρειάζεται έγκριση πριν μεταβούν για θεραπεία, ιδίως εάν η θεραπεία αυτή απαιτεί διανυκτέρευση σε νοσοκομείο ή υψηλής εξειδίκευσης και δαπανηρή υγειονομική περίθαλψη.
Η Οδηγία δεν επηρεάζει τα δικαιώματα των πολιτών (Ευρωπαϊκή Κάρτα Ασφάλισης Ασθένειας, προγραμματισμένη περίθαλψη μέσω εντύπου S2), που απορρέουν από τους υφιστάμενους κανονισμούς περί κοινωνικής ασφάλισης (ΕΚ) 883/2004 & 987/2009 και βασίζονται στο άρθρο της Συνθήκης ΕΕ για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, ενώ τα δύο συστήματα δεν μπορούν να εφαρμόζονται ταυτόχρονα (σημ. 30 του προοιμίου Οδηγίας). Ωστόσο, αποσαφηνίζει τα δικαιώματα των ασθενών τα οποία στηρίζονται στην ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών, και τα οποία έχουν καθοριστεί σε διάφορες αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Οδηγία δεν εφαρμόζεται στη μακροχρόνια φροντίδα, στις μεταμοσχεύσεις και στα εθνικά προγράμματα εμβολιασμών.
Οι ανωτέρω επισημάνσεις καθιστούν σαφές ότι η Οδηγία δεν διακρίνει ανάμεσα σε προγραμματισμένη ή μη-προγραμματισμένη περίθαλψη αλλά εφαρμόζεται κατ’ αρχήν συνολικά στην περίθαλψη που λαμβάνουν ασθενείς σε ένα κράτος μέλος ΕΕ άλλο από το κράτος μέλος ασφάλισής τους. Τέλος, η Οδηγία καλύπτει όλους τους παρόχους συμπεριλαμβανομένων και των μη-συμβεβλημένων ή ιδιωτικών παρόχων.”