Σε κλείσιμο 200 μικρομεσαίων τουριστικών επιχειρήσεων και 1.300 εργαζομένων στην ανεργία εκτιμά ότι θα οδηγήσει η εφαρμογή του νομοσχεδίου για τις εταιρείες διαμεσολάβησης ταξί, η διοίκηση της Uber Hellas.
Σε υπόμνημα που κατέθεσε στην βουλή, στο πλαίσιο της συζήτησης του επίμαχου νομοσχεδίου για τις Μεταφορές, το οποίο υπογράφει ο Γενικός Διευθυντής Μανόλης Μανασάκης, η εταιρεία περιγράφει με μελανά χρώματα τις επιπτώσεις του νέου θεσμικού πλαισίου για τον κλάδο, υποστηρίζοντας ότι τις αποκλείει από την αγορά και καταδικάζει την λειτουργία τους.
Ο κ. Μανασάκης για πρώτη φορά δίνει στοιχεία και για τους χρήστες της εφαρμογής της Uber στην Ελλάδα, που όπως αναφέρει χρησιμοποιούν 100.000 πολίτες, ως επί το πλείστον νέοι. Υπολογίζει δε ότι το 95% των χρηστών που έρχονται στην χώρα μας έχουν την εφαρμογή της στα κινητά τους.
Η διοίκηση της Uber Hellas η οποία κατηγορείται από τους επαγγελματίες αυτοκινητιστές για εκτεταμένη φοροδιαφυγή, δίνει έμμεσα στοιχεία και για τους φόρους.
Όπως αναφέρει τα έσοδα του δημοσίου από την δραστηριότητα της Uber και των συνεργαζόμενων επιχειρήσεων για φέτος μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές θα ανέλθουν σε 20 εκατ. ευρώ. Στα τέλη του 2019 προβλέπει ότι τα έσοδα αυτά θα πολλαπλασιαστούν και θα φτάσουν τα 110 εκατ. ευρώ.
Στο υπόμνημά της η Uber Hellas απαριθμεί μία σειρά από λόγους που υπάγουν τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης σε ένα “εξαιρετικά βαρύ ρυθμιζόμενο πλαίσιο και τις καθιστούν τελικά μη ελκυστικές”.
Στο πλαίσιο αυτό η εταιρεία ζητά να γίνει σαφής διαχωρισμός μεταξύ παρόχων μεταφορικών υπηρεσιών και υπηρεσιών διαμεσολάβησης και να μπουν νέα κριτήρια (π.χ αν μια εταιρεία διαμορφώνει τους όρους της σύμβασης μεταξύ χρήστη και παρόχου υπηρεσίας, αν διαθέτει τα οχήματα, το προσωπικό και τους οδηγούς κ.α) καθώς αναφέρει, ότι τα κριτήρια του νόμου όπως παρουσιάζονται είναι απόλυτα συνδεδεμένα με την πρόσφατη νομολογία του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου.
«Η απόφαση όμως αυτή εκδόθηκε επί τη βάσει άλλων πραγματικών περιστατικών και άλλου μοντέλου παροχής υπηρεσίας όπου οι οδηγοί δεν υπάγονταν σε καμία αδειοδοτική διαδικασία…» σημειώνει.
Ενστάσεις προβάλλει η Uber και στον διορισμό αντικλήτου από τους παρόχους της υπηρεσίας διαμεσολάβησης ταξί αλλά και για το ύψος των προστίμων και κυρώσεων για τους παραβάτες που ζητά να αναθεωρηθούν.
Επισημαίνει δε ότι στο σχέδιο νόμου υπάρχουν διατάξεις που παραβιάζουν προσωπικά δεδομένα, με την πρόβλεψη καταχώρησης στο Μητρώο όλων των στοιχείων των οδηγών, των φορέων που παρέχουν υπηρεσίες και των σχετικών συμβάσεων αλλά και των στοιχείων κυκλοφορίας των συμβεβλημένων αυτοκινήτων.
Η μίσθωση σε εταιρείες ενοικίασης ΙΧ
Η Uber τοποθετείται και στο σημείο του νομοσχεδίου που την θίγει άμεσα που είναι η πρόσβαση που δίνει στην εφαρμογή της σε εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτου με οδηγό.
Όπως σημειώνει, οι εταιρείες αυτές στο σύνολό τους είναι αδειοδοτημένες και απασχολούν 1.300 εργαζόμενους.
“Αντί η ρύθμιση να καθορίζει με αποτελεσματικότερο και δικαιότερο τρόπο το νομοθετικό πλαίσιο, ο νομοθέτης διατηρεί χρονικό περιορισμό στην παροχή της υπηρεσίας (μία μετακίνηση ανά όχημα ανά 3 ώρες) με παρακολούθηση οχημάτων σε πραγματικό χρόνο.
Πέραν του ανέφικτου για τεχνικούς λόγους και του προφανούς κωλύματος της εφαρμογής είναι σαφές ότι ο νομοθέτης δεν επιθυμεί την παροχή της υπηρεσίας…”, τονίζει ο κ. Μανασάκης.
Σε ανάλογους τόνους κινείται με δικό του υπόμνημα και ο επικεφαλής της Beat, Νίκος Δρανδάκης, ο οποίος χαρακτηρίζει ενάντια στο ευρωπαϊκό δίκαιο ολόκληρο το άρθρο 12, το οποίο ρυθμίζει την ηλεκτρονική ή τηλεφωνική διαμεσολάβηση.
Η ΒΕΑΤ διατυπώνει τα δικά της επιχειρήματα κατά του νόμου και επιχειρεί να αποσυνδέσει τις δραστηριότητές της από την πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ, το οποίο αποφαίνεται –εξετάζοντας καταγγελίες αυτοκινητιστών κατά της Uber –ότι η ηλεκτρονική διαμεσολάβηση συνιστά μεταφορικό έργο.
Ο κ. Δρανδάκης ξεκαθαρίζει «ότι είναι μια εφαρμογή που λειτουργεί ως διαμεσολαβητής, συνδέοντας επιβάτες με επαγγελματίες οδηγούς ταξί και δεν είναι εταιρεία παροχής μεταφορικού έργου.
Θεωρεί δε αυτονόητο ότι το μεταφορικό έργο (ταξί) και η ενδιάμεση υπηρεσία (εφαρμογή κλήσης ταξί) είναι εύκολα διαχωρίσιμα, ειδικά από τη στιγμή που ο κλάδος του ταξί στην Ελλάδα είναι ήδη αυστηρά ρυθμισμένος.
Η ΒΕΑΤ ανήκει ως υπηρεσία στην Κοινωνία της Πληροφορίας και οποιαδήποτε νέα νομοθετική ρύθμιση θα ήταν θεμιτή, μόνο αν ερχόταν να λύσει υφιστάμενα προβλήματα και να εξυπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον –κάτι που δεν ισχύει στην παρούσα περίπτωση».
Ο εκπρόσωπος της ΒΕΑΤ υποστηρίζει ότι το άρθρο 12 -στο σύνολό του- αντίκειται στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και ως εκ τούτου θα πρέπει ολόκληρο να αφαιρεθεί από το σχέδιο νόμου.
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, οι πλατφόρμες διαμεσολάβησης δεν υπόκεινται σε διαδικασία αδειοδότησης, με βάση την Κοινοτική Οδηγία 2000/31 για το Ηλεκτρονικό Εμπόριο, στην οποία υπάγονται οι υπηρεσίες της Κοινωνίας της Πληροφορίας όπως η ΒΕΑΤ.
Η ΒΕΑΤ δήλωσε ότι απασχολεί σήμερα 120 εργαζόμενους στην Αθήνα και ο στόχος της είναι ως το τέλος της χρονιάς ο αριθμός των εργαζομένων της να ξεπεράσει τους 200, με έμφαση στο επιστημονικό προσωπικό, στην έρευνα και την καινοτομία.