Ο ελληνικός τουρισμός ανέκαμψε σημαντικά το προηγούμενο έτος, πλησιάζοντας για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της πανδημίας τις ιστορικά υψηλές επιδόσεις του 2019.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι διεθνείς ταξιδιωτικές αφίξεις και οι εισπράξεις (συμπ. κρουαζιέρας) ανήλθαν σε 27,8 εκατ. και Ευρώ 17,6 δισ., αντίστοιχα, το 2022 και υπολείπονται κατά μόλις 11,2% και 3% έναντι των αντίστοιχων μεγεθών του 2019.

Επιπλέον, η μέση δαπάνη ανά ταξίδι διαμορφώθηκε στα Ευρώ 619, αυξημένη κατά 9,7% σε σύγκριση με το 2019.

Η αύξηση των ταξιδιωτικών εισπράξεων συνέβαλε στην άνοδο των εξαγωγών υπηρεσιών, με αποτέλεσμα οι εξαγωγές υπηρεσιών να συνεισφέρουν θετικά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του ΑΕΠ (5,9% το 2022).

Σημαντικοί παράγοντες που συνέβαλαν, μεταξύ άλλων, στις ιδιαίτερα ισχυρές επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού είναι:

· Η σημαντική αύξηση που κατέγραψαν οι αφίξεις και οι εισπράξεις από τις τέσσερις κυριότερες χώρες προέλευσης, ήτοι την Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Γαλλία και τις ΗΠΑ. Οι εισπράξεις από τις χώρες αυτές ξεπέρασαν τις αντίστοιχες του 2019, αντιπροσωπεύοντας το ήμισυ των συνολικών εισπράξεων του 2022, έναντι 43% το 2019.

· Οι πολύ καλές επιδόσεις κατά τους φθινοπωρινούς μήνες, με τις αφίξεις να συγκλίνουν περισσότερο, σε σύγκριση με τους καλοκαιρινούς μήνες, με τα αντίστοιχα μεγέθη του 2019. Ιδιαίτερα θετικό γεγονός είναι ότι οι εισπράξεις του Οκτωβρίου υπερέβησαν τις αντίστοιχες του 2019 κατά 3,3%, το οποίο πρωτίστως αποδίδεται στη μεγάλη αύξηση των εισπράξεων από τον Ηνωμένο Βασίλειο.

· Η μεγάλη άνοδος των τουριστικών μετακινήσεων παγκοσμίως κατά το προηγούμενο έτος (βλ. Παγκόσμια Οικονομία), καθώς η διετία της πανδημίας οδήγησε σε μεγαλύτερη ανάγκη για ταξίδια, ενώ οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις της περιόδου ισχύος των περιοριστικών μέτρων διεύρυναν τις δυνατότητες χρηματοδότησής τους.

· Τέλος, η ανάκαμψη των αφίξεων στη χώρα μας ήταν ταχύτερη σε σύγκριση με σημαντικούς ανταγωνιστές της Ελλάδας στη Μεσόγειο.

Οι προοπτικές του ελληνικού τουρισμού για το τρέχον έτος παραμένουν ευοίωνες, παρά τις συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη και την αβεβαιότητα λόγω του πολέμου που εξακολουθεί να μαίνεται στην επικράτειά της.

Οι αρχικές ενδείξεις είναι ιδιαίτερα θετικές, καθώς το πρώτο δίμηνο του έτους οι διεθνείς τουριστικές αφίξεις στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών ήταν κατά 4,3% περισσότερες από τις αντίστοιχες του 2019, ενώ, σύμφωνα με στοιχεία της Fraport για τον Ιανουάριο, οι διεθνείς τουριστικές αφίξεις στα περιφερειακά αεροδρόμια της χώρας ήταν κατά 0,8% περισσότερες σε σύγκριση με αυτές του Ιανουαρίου του 2019.

Επιπρόσθετα, από τις αρχές του έτους μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου, οι προκρατήσεις ξενοδοχείων στη χώρα μας ξεπερνούν τις αντίστοιχες του 20191, ενώ, σύμφωνα με δηλώσεις του Υπουργού Τουρισμού, οι προκρατήσεις τον Ιανουάριο υπερέβησαν κατά 20% τις αντίστοιχες του Ιανουαρίου του 2019.

Σημαντικός παράγοντας που προσδοκάται ότι θα συμβάλει, μεταξύ άλλων, στην επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και στην κατανομή των τουριστικών ροών σε περισσότερες περιφέρειες της χώρας είναι η υλοποίηση νέων έργων υποδομών στον τουρισμό, μέσα από τον συνδυασμό πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, τραπεζικής χρηματοδότησης και ιδιωτικών κεφαλαίων.

Επενδύσεις σε αναβάθμιση των τουριστικών λιμένων και των εγκαταστάσεων ορεινού και χειμερινού προορισμού είναι μερικά από τα έργα που έχουν ήδη ενταχθεί στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», τα οποία αναμένεται να αναβαθμίσουν περαιτέρω το τουριστικό προϊόν της χώρας μας και να αναδείξουν νέους προορισμούς.

Ενδεικτικό των δυνατοτήτων ανάπτυξης της εξωτερικής ζήτησης για το ελληνικό τουριστικό προϊόν είναι ότι, σύμφωνα με προβλέψεις της European Travel Commission-ETC (European Tourism: Key Figures), οι τουριστικές αφίξεις από ευρωπαϊκά κράτη αναμένεται να ανέλθουν σε 34,9 εκατ. το 2025, από 27,9 εκατ. το 2019.

Μια σημαντική πρόκληση που χρήζει αντιμετώπισης προκειμένου να μην αλλοιωθεί η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, με αντίστροφα από τα επιθυμητά αποτελέσματα για το τουριστικό προϊόν, είναι οι ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού που καταγράφονται στα ελληνικά ξενοδοχεία.

Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (Η Απασχόληση στα Ξενοδοχεία, 2022), το 2022 καταγράφηκαν 60,2 χιλιάδες ελλείψεις στον ξενοδοχειακό κλάδο, οι οποίες αντιστοιχούν στο 23% των θέσεων εργασίας που προβλέπονται από το οργανόγραμμα των ξενοδοχείων. Το αντίστοιχο ποσό για το 2021 ήταν 53,2 χιλιάδες ή 22% των θέσεων εργασίας.

Επιμέρους στοιχεία για τις επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού το 2022

Όσον αφορά στις διεθνείς ταξιδιωτικές αφίξεις, οι περισσότερες προήλθαν από το Ηνωμένο Βασίλειο (4,5 εκατ.), την Γερμανία (4,4 εκατ.), την Γαλλία (1,8 εκατ.) και τις ΗΠΑ (1,1 εκατ.). Οι αφίξεις από τις χώρες αυτές αντιστοιχούν στο 42% επί του συνόλου των αφίξεων το 2022. Σε σύγκριση με το 2019, με εξαίρεση τις ΗΠΑ που εμφανίζουν υστέρηση (-7,7%), στις υπόλοιπες τρεις χώρες οι αφίξεις κατέγραψαν άνοδο, με αυτές από το Ηνωμένο Βασίλειο να έχουν αυξηθεί εντονότερα, κατά 28,2%.

Συνολικά οι αφίξεις από τις χώρες της ΕΕ-27 υπολείπονται κατά 8,4% των αντίστοιχων αφίξεων του 2019, ενώ από χώρες εκτός της ΕΕ-27 κατά 15,3% αντίστοιχα.

Το τελευταίο, ως ένα βαθμό, αποδίδεται στην απώλεια περίπου 550 χιλιάδων τουριστών από την Ρωσία.

Σε σύγκριση με τις ανταγωνίστριες χώρες της Ελλάδας στη Μεσόγειο, η χώρα μας κατέγραψε ισχυρότερη ανάκαμψη σε σχέση με τα προπανδημικά επίπεδα, σε όρους αφίξεων, από την Κροατία, την Ισπανία, την Μάλτα, την Γαλλία και την Κύπρο. Αντίθετα, οι τουριστικές αφίξεις σε Πορτογαλία και Τουρκία ανέκαμψαν πιο έντονα .

Η Τουρκία, μάλιστα, υπερέβη τα επίπεδα του 2019 σε όρους διανυκτερεύσεων σε καταλύματα , γεγονός που πιθανότατα αποδίδεται στην υποτίμηση της τουρκικής λίρας έναντι των βασικών νομισμάτων, καθιστώντας τη γειτονική χώρα έναν συγκριτικά φθηνό προορισμό.

Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι τη διετία 2021-2022 το νόμισμα της Τουρκίας έχει υποτιμηθεί σωρευτικά κατά 120% έναντι του ευρώ και κατά 151% έναντι του δολαρίου.

Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από χώρες της ΕΕ-27 υπερέβησαν κατά 2,5% τις αντίστοιχες του 2019, ενώ οι εισπράξεις από χώρες εκτός ΕΕ-27 υστέρησαν κατά 8,8%. Το άθροισμα των εισπράξεων από τις τέσσερις κυριότερες χώρες προέλευσης ανήλθε σε Ευρώ 8,8 δισ., έναντι Ευρώ 7,8 δισ. το 2019 , με τις περισσότερες να προέρχονται από την Γερμανία (Ευρώ 3,3 δισ.).

Η μέση δαπάνη ανά ταξίδι διαμορφώθηκε το 2022 στα Ευρώ 619, έναντι Ευρώ 564 το 2019, ενώ η δαπάνη ανά διανυκτέρευση εκτιμάται ότι υπερέβη τα Ευρώ 80, έναντι περίπου Ευρώ 77 το 2019.

Παράλληλα, οι τουριστικές εισπράξεις, οι οποίες κάλυπταν κατά τα έτη 2015-2019 το 70-80% του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών, ανήλθαν το 2022 σε μόλις 45% αυτού, έναντι 41% το 2021 και 23% το 2020.

Η μεγάλη υποχώρηση του ποσοστού κάλυψης του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών το 2022, παρά τη σχεδόν ολική επαναφορά των τουριστικών εισπράξεων στα προ της πανδημίας επίπεδα, αποδίδεται στη σημαντική διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών κατά Ευρώ 12,3 δισ. (46%). Αντίθετα, η υποχώρηση του ποσοστού τη διετία 2020-2021 οφειλόταν στη ραγδαία μείωση των τουριστικών εισπράξεων.

Η επάνοδος της παγκόσμιας τουριστικής κίνησης: Τάσεις και αβεβαιότητες στο μεταπανδημικό σκηνικό

Η τουριστική βιομηχανία αποτελεί, αναμφίβολα, έναν από τους κλάδους που επλήγησαν σημαντικά από την πανδημία.

Παρά τις παγκόσμιες αβεβαιότητες, όπως ο υψηλός πληθωρισμός, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η επακόλουθη ενεργειακή κρίση και η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων, οι προοπτικές για την παγκόσμια τουριστική κίνηση είναι ευοίωνες.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού (UNWTO), οι διεθνείς αφίξεις τουριστών μπορεί να διπλασιάστηκαν το 2022 σε σύγκριση με το 2021, φθάνοντας τα 917 εκατομμύρια, παραμένουν, ωστόσο, κατά 37% χαμηλότερα σε σχέση με τα ιστορικά υψηλά επίπεδα που επιτεύχθηκαν το 2019.

Χαρακτηριστικά, πριν το ξέσπασμα της πανδημίας (2019), σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού (WTTC), ο τουρισμός αντιπροσώπευε το 25% του συνόλου των νέων θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν σε όλο τον κόσμο, καταλαμβάνοντας το 10,3% των συνολικών θέσεων εργασίας (333 εκατομμύρια) και συνεισφέροντας στο 10,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ (ΗΠΑ 9,6 τρισεκατομμύρια δολάρια).

Βέβαια, η πανδημία άλλαξε άρδην το σκηνικό στον τουριστικό κλάδο. Η διατήρηση των περιορισμών στην κινητικότητα οδήγησε τόσο σε αναβολή των προγραμματισμένων ταξιδιών, όσο και σε αναστολή λειτουργίας πολλών τουριστικών επιχειρήσεων, με τη συνεισφορά των ταξιδιών και του τουρισμού να υποχωρεί στο 5,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2020, και να ανακάμπτει σταδιακά το επόμενο έτος, φθάνοντας στο 6,1% (WTTC).

Οι εκτιμήσεις για το 2022 είναι άκρως ενθαρρυντικές, καλύπτοντας περαιτέρω τις απώλειες και πλησιάζοντας τα προ της πανδημίας επίπεδα.

Με την άρση των περιορισμών, οι ταξιδιώτες επέστρεψαν δυναμικά και οι επιδόσεις τόσο στα ταξίδια αναψυχής, όσο και στα επαγγελματικά ανέκαμψαν με ταχύτατους ρυθμούς. Το 2022, παρατηρήθηκε μια ραγδαία αύξηση των ταξιδιωτών παγκοσμίως, μετά από τους περιορισμούς της πανδημικής περιόδου, ενώ το 2023 αναμένεται περαιτέρω αύξηση των εισερχόμενων ροών.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τουρισμού (ETC), η επάνοδος της τουριστικής βιομηχανίας αποτελεί παράγοντα καθοριστικής σημασίας για την ευρωπαϊκή οικονομία.

Το 2022 αποτέλεσε ένα έτος δυναμικής ανάκαμψης του τουρισμού, με ιδιαίτερα ικανοποιητικές επιδόσεις για τις χώρες της Ευρώπης.

Τα τελευταία στοιχεία της ETC υποδεικνύουν σημαντική αύξηση των διεθνών αφίξεων στην Ευρώπη το 2022 κατά 96% σε ετήσια βάση.

Αυτή η ισχυρή τουριστική ανάκαμψη αναμένεται να συνεχιστεί και το 2023, αν και με βραδύτερο ρυθμό, ενώ αναμένεται να φθάσει στα προπανδημικά επίπεδα το 2025.

Βέβαια, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η επαναφορά είναι άνιση, αφού οι χώρες της Μεσογείου επέδειξαν ταχύτερη ανάκαμψη σε σχέση με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Παράγοντες όπως η ελκυστικότητα των τιμών των τουριστικών πακέτων, η ελαστικότητα των κανόνων για την προσέλκυση τουριστών από χώρες όπως η Ρωσία και η Ινδία αλλά και η εγγύτητα στην εμπόλεμη ζώνη της Ουκρανίας διαδραμάτισαν σημαίνοντα ρόλο στις προτιμήσεις των ταξιδιωτών.

Σε πρόσφατη έρευνα του οργανισμού ETC (Monitoring Sentiment for Domestic and Intra-European Travel, Wave 14, Φεβρουάριος 2023) αναφέρεται ότι η αύξηση του ταξιδιωτικού κόστους έχει εντείνει σημαντικά τις ανησυχίες των Ευρωπαίων ταξιδιωτών και τους έχει οδηγήσει σε έγκαιρο προγραμματισμό των ταξιδιών τους, ενώ σημαντικοί παράγοντες για την επιλογή του προορισμού είναι οι καιρικές συνθήκες και οι ελκυστικές ταξιδιωτικές προσφορές.

Τέλος, άξια αναφοράς είναι η αλλαγή στην καταναλωτική συμπεριφορά κατά τη διάρκεια των ταξιδιών, με τους επισκέπτες να αναζητούν πιο οικονομικές λύσεις για τη διαμονή και τη διατροφή τους.

Οι διαταραχές των τελευταίων ετών δεν άφησαν ανεπηρέαστους τους επιχειρηματίες του ξενοδοχειακού κλάδου.

Η ραγδαία μείωση των εσόδων τους, κατά την περίοδο 2020-2021, καθώς και η αύξηση των τιμών της ενέργειας και των προϊόντων οδήγησαν σε καθοδική πίεση τα κέρδη των ξενοδοχείων, παρά την απογείωση του τουρισμού το 2022.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αυξήσουν τη μέση ημερήσια τιμή (ADR), με στόχο να περιορίσουν τις απώλειες του αυξημένου λειτουργικού κόστους.

Επιπρόσθετα, η πληρότητα των ξενοδοχειακών μονάδων, κινείται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το 2019 και, ως εκ τούτου, τα έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPAR) είναι αυξημένα σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές, με εξαίρεση την Ασία όπου η πολιτική μηδενικής ανοχής της Κίνας στον Covid-19 περιόρισε δραστικά τις τουριστικές ροές .

Η επανεκκίνηση της κινεζικής οικονομίας έχει δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες για την παγκόσμια οικονομία και, κυρίως, για τους τουριστικούς προορισμούς που συνήθιζαν να υποδέχονται τους Κινέζους πριν από την πανδημία.

Η Ευρώπη (ιδιαίτερα η Ιταλία) αποτελεί έναν ελκυστικό προορισμό για τους Κινέζους, όμως εκτιμάται ότι δεν θα είναι από τους πλέον κερδισμένους το 2023, αφού αναμένεται να επισκεφθούν, πρωτίστως, κοντινούς προορισμούς, όπως το Χονγκ Κονγκ, το Μακάο, την Ταϊλάνδη και την Σιγκαπούρη, ενώ σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσουν και η διαθεσιμότητα, το κόστος των αεροπορικών ναύλων και οι κανονισμοί έκδοσης βίζας.

Συνοψίζοντας, η επάνοδος της τουριστικής βιομηχανίας είναι ορατή, με πολλαπλασιαστικά οφέλη για την παγκόσμια οικονομία. Η Ευρώπη μπορεί να αποκομίσει οφέλη και να αυξήσει τις αφίξεις τουριστών τόσο ενδοκοινοτικά, όσο και από τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, παραμένουν ορισμένες προκλήσεις, όπως η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα από τον πόλεμο στην Ουκρανία και άλλες αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, που αποτελούν εστίες κινδύνου και θα μπορούσαν ενδεχομένως να επιβραδύνουν, ως έναν βαθμό, την ανάκαμψη του τουρισμού τους επόμενους μήνες.

Οι εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία

ΗΠΑ ► Με τον πληθωρισμό να αποκλιμακώνεται με αργούς ρυθμούς (6,4% τον Ιανουάριο σε ετήσια βάση), παρά την επιθετική νομισματική πολιτική της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED), ολοένα και περισσότεροι ανώτατοι αξιωματούχοι της FED υποστηρίζουν ότι τα επιτόκια θα πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνονται, με στόχο τη μείωση των πληθωριστικών πιέσεων.

Στην περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων οδηγεί και η ανθεκτικότητα της αγοράς εργασίας, με το ποσοστό ανεργίας τον Ιανουάριο (3,4%) να αποτελεί χαμηλό 53 ετών, ενώ το μοναδιαίο κόστος εργασίας αυξήθηκε κατά 3,2% το δ’ τρίμηνο, έναντι της αρχικής μέτρησης του προηγούμενου μήνα για αύξηση 1,1%.

Τα αναθεωρημένα στοιχεία για την οικονομία των ΗΠΑ καταδεικνύουν ότι ο έλεγχος του πληθωρισμού θα διαρκέσει περισσότερο του αναμενομένου. Αυτό επιβεβαιώνεται από τη ραγδαία άνοδο των αποδόσεων των ομολόγων, με το 2ετές ομόλογο να υπερβαίνει το 4,93% στις 2 Μαρτίου, καταγράφοντας υψηλό δεκαπέντε ετών.

ΖτΕ ► Σύμφωνα με την εκτίμηση της Eurostat, ο πληθωρισμός τον Φεβρουάριο στη ΖτΕ υποχώρησε οριακά στο 8,5% από 8,6% τον Ιανουάριο, ενώ σε χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ισπανία αυξήθηκε.

Ο δομικός πληθωρισμός στη ΖτΕ, που εξαιρεί τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, αυξήθηκε στο 5,6% τον Φεβρουάριο από 5,3% τον Ιανουάριο, προκαλώντας ανησυχία στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ και προϊδεάζοντας υψηλότερες αυξήσεις επιτοκίων . Αναμφίβολα, θετικό σημάδι αποτελεί η δημοσίευση του σύνθετου δείκτη PMI της S&P Global στη ΖτΕ, που διαμορφώθηκε στο 52,0 τον Φεβρουάριο από 50,3 τον Ιανουάριο

Διεθνής Οικονομία ► Με τον πληθωρισμό στο Ην. Βασίλειο να παραμένει σε διψήφια επίπεδα (10,1% τον Ιανουάριο), οι Βρετανοί ανησυχούν για το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης.

Για τον λόγο αυτό, η βρετανική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ανακοίνωσε νέο χαμηλότερο ανώτατο όριο (£3.280) στις τιμές της ενέργειας, ενώ και η Κυβέρνηση αναμένεται να παρατείνει τη στήριξη των νοικοκυριών.

Στην Ιαπωνία, τον Φεβρουάριο, ενισχύθηκε τόσο ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης στις 31,1 μονάδες, όσο και ο δείκτης υπηρεσιών PMI, σε 54,0. Τέλος, στην Κίνα η άρση των περιορισμών για τον Covid-19 έχει ήδη ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα -με εκτίμηση 5% ανάπτυξη για το 2023 και τον δείκτη PMI στη μεταποίηση να φτάνει στο 51,6 τον Φεβρουάριο από 49,2 τον Ιανουάριο- αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν μια σειρά από προκλήσεις.

Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες και οι αγορές ομολόγων

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου του Σικάγου, οι συνολικές καθαρές τοποθετήσεις (αγορές μείον πωλήσεις), στην ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο, διατηρήθηκαν θετικές, την εβδομάδα που έληξε στις 7 Φεβρουαρίου. Οι θετικές θέσεις (υπέρ του ευρώ, ‟long”) αυξήθηκαν κατά 14.529 συμβόλαια, με αποτέλεσμα οι συνολικές καθαρές θέσεις να διαμορφωθούν στα 165.038 συμβόλαια από 150.509 συμβόλαια, την προηγούμενη εβδομάδα .

Σταθεροποιητικές τάσεις παρατηρούνται στη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου, με την ισοτιμία στις 7 Μαρτίου να βρίσκεται στο 1,0679 €/$ . Οι δηλώσεις ανώτατων αξιωματούχων της ΕΚΤ, ότι τα τρέχοντα στοιχεία για τον πληθωρισμό προμηνύουν αυξήσεις επιτοκίων πέρα από τον Μάρτιο, ενισχύουν το ευρώ. Τέλος, οι αγορές έχουν στραμμένη την προσοχή τους στην ομιλία του επικεφαλής της FED, στην Γερουσία των ΗΠΑ, στις 7 Μαρτίου.

Άνοδος των αποδόσεων καταγράφεται στην ομολογιακή αγορά των ΗΠΑ, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να ανέρχεται στο 3,96% στις 7 Μαρτίου, ενώ το 2ετές κινείται ακόμα υψηλότερα στο 4,87%, σημειώνοντας υψηλά 15 ετών.

Στη ΖτΕ, παρατηρούνται σημαντικές αυξητικές τάσεις στις αποδόσεις των ομολόγων, στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 14 ετών, ειδικότερα μετά τις δηλώσεις του Αυστριακού Κεντρικού Τραπεζίτη, που επιχειρηματολόγησε υπέρ τεσσάρων διαδοχικών αυξήσεων των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης (0,5%), στις επόμενες συνεδριάσεις.

Χαρακτηριστικά, η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου ανήλθε στο 2,70% , στις 7 Μαρτίου, συμπαρασύροντας τις χώρες της ΖτΕ. Τέλος, η διαφορά απόδοσης μεταξύ του 10ετούς ομολόγου της Ελλάδας και του 10ετούς ομολόγου της Γερμανίας (spread) παραμένει υψηλή στις 175 μονάδες βάσης (μ.β.), ενώ του 10ετούς ιταλικού ομολόγου στις 182 μ.