Μια αποτίμηση της πιθανής επίδρασης των πρόσφατων πλημμυρών στη Θεσσαλία στους ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ, τον πληθωρισμό, την απασχόληση, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και τα δημόσια οικονομικά, επιχειρεί η Eurobank.
Αν και δεν είναι ακόμα διαθέσιμες σημαντικές πληροφορίες που θα απαιτούνταν για μία ακριβή εκτίμηση, η περίμετρος των επιπτώσεων αναλύεται, αξιοποιώντας επίσης τη διεθνή εμπειρία.
Ένα συμπέρασμα είναι ότι η επίπτωση στον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ θα είναι πιθανότατα περιορισμένη καθώς η επίπτωση των καταστροφών στην παραγωγή και τις υποδομές θα αντισταθμιστούν σε μεγάλο βαθμό από μέτρα δημοσιονομικής στήριξης και την επακόλουθη ώθηση στα εισοδήματα, την κατανάλωση και τις επενδύσεις.
Ωστόσο, δεν μπορούν να αποκλειστούν ορισμένες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ανάπτυξη από τη διαταραχή στην προσφορά της οικονομίας. Επιπλέον, οι πλημύρες θα προκαλέσουν αυξητικές πιέσεις στον πληθωρισμό βραχυπρόθεσμα (ιδίως στις τιμές των αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων), και αρνητική επίπτωση στο εξωτερικό ισοζύγιο.
Η επίπτωση στο δημοσιονομικό αποτέλεσμα θα είναι ελεγχόμενη, δεδομένου ότι μέρος των δαπανών θα καλυφθούν από ευρωπαϊκούς πόρους και την υπεραπόδοση των εσόδων. Καθώς η συχνότητα και η σφοδρότητα των φυσικών καταστροφών φαίνεται να αυξάνονται μαζί με την κλιματική αλλαγή, προκύπτει ένας μακροπρόθεσμος κίνδυνος για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και τα δημόσια οικονομικά.
Απαιτείται ισχυρός, προληπτικός σχεδιασμός και συντονισμένη δράση πολιτικής προκειμένου να αποφευχθεί το πλήγμα στην ευημερία και τη φήμη της χώρας.