Επενδύσεις ύψους 20 εκατ. ευρώ δρομολογεί το Public για το 2024 με στόχο την ίδια χρονιά να επιστρέψει στην κερδοφορία.
Στο επίκεντρο του επενδυτικού του πλάνου βρίσκεται η επέκταση των Public+ Home – των νέων καταστημάτων που περιλαμβάνουν και τις λευκές συσκευές της Media Markt μετά και την ολοκλήρωση της συγχώνευσης των δύο εταιρειών – η ενίσχυση των υποδομών για την ενδυνάμωση της omnichannel εμπειρίας αλλά και νέες εξαγορές για την διεύρυνση του οικοσυστήματος που έχει δημιουργήσει ο Όμιλος με όχημα το Public Capital Partners.
Επιστροφή στην κερδοφορία
H εταιρεία η οποία πρόσφατα ολοκλήρωσε την συγχώνευσή της με την Media Markt, ενοποιώντας τα καταστήματα της τελευταίας με τα Public και δημιουργώντας 13 Public + Home, κατάφερε ήδη το προηγούμενο έτος να αυξήσει πάνω από 10% τον κύκλο εργασιών της, (481 εκατ. ευρώ από 437 που ήταν δύο χρόνια πριν) αλλά και να διπλασιάσει την επαναλαμβανόμενη κερδοφορία της, η οποία έφτασε τα 4,6 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, επενδύοντας περαιτέρω στις υπηρεσίες που προσφέρει, κατάφερε να αυξήσει τα σχετικά έσοδά κατά 50%.
Η πορεία το τρέχον έτος ήταν εξίσου καλή, όπως ανέφεραν τα στελέχη του Public σε σχετική ενημέρωση Τύπου που πραγματοποιήθηκε χθες, με το α΄ εξάμηνο του 2023 να κλείνει με αύξηση πωλήσεων της τάξης του 21% ενώ ο τζίρος το τελευταίο δωδεκάμηνο να έχει ξεπεράσει το μισό δισ. ευρώ.
«Συνεχίζουμε με αμείωτο ρυθμό τη στρατηγική μας έχοντας στο επίκεντρο την ηγετική μας θέση στο Omni-retail. Σύμφωνα με τις προβλέψεις το 2023 θα ξεπεράσουμε τα €15 εκατ. σε λειτουργικό EBITDA» ανέφεραν χαρακτηριστικά.
Στόχος για το επόμενο έτος, σύμφωνα με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της επιχείρησης, Ρόμπυ Μπουρλά, είναι οι θετικές ταμειακές ροές και η κερδοφορία στην τελευταία γραμμή του ισολογισμού, αφού όπως εξήγησε «ο μέτοχος στο τέλος τη ημέρας θέλει κέρδη και να λάβει μέρισμα».
Στόχος ο οποίος χαρακτηρίστηκε εφικτός αφού το 2023 θα αποτελέσει την τελευταία χρονιά που ο ισολογισμός θα επηρεαστεί από μη επαναλαμβανόμενα έξοδα και κόστη που προέκυψαν από την συγχώνευση με την Media Markt και την πανδημία.
Τα νέα πεδία εξαγορών και το οικοσύστημα που δημιουργείται
Λαμβάνοντας υπόψη βέβαια το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζει ο αυξημένος πληθωρισμός και οι ανατιμήσεις, για την επίτευξη του στόχου ο Όμιλος θα συνεχίσει να επενδύει στα καταστήματα, στις αυτοματοποιημένες και πιο αποδοτικές υποδομές και διαδικασίες ώστε να αυξήσει την οργανική του ανάπτυξη, αλλά και στις εξαγορές ώστε να διευρύνει το οικοσύστημα που έχει ήδη δημιουργήσει.
Ειδικότερα, από το επενδυτικό πλάνο των 20 εκατ. ευρώ που έχει δρομολογήσει για το 2024, τα 5 εκατ. θα αφορούν στην ανανέωση του δικτύου του μέσω της δημιουργίας 3 ακόμα Public + Home.
Ακόμα 5 εκατ. θα κατευθυνθούν σε τεχνολογικές υποδομές ενώ τα υπόλοιπα 10 θα αφορούν σε επενδύσεις στο οικοσύστημα του Ομίλου.
Η σκέψη είναι η Public Capital Partners, ο επενδυτικός βραχίονας του Ομίλου, να συμμετάσχει σε νέους γύρους scale up εταιρειών στις οποίες έχει ήδη δώσει ψήφο εμπιστοσύνης αλλά να προχωρήσει και σε νέες εξαγορές εγχώριων startup εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα του AI και των Data Analytics.
Η πολυκαναλική αγοραστική εμπειρία που έχουμε δημιουργήσει θα μπορούσε να εξελιχθεί μέσω αυτοματισμών που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη (AI) αλλά και μέσω της ανάλυσης των δεδομένων που ήδη έχουμε, εξήγησε ο κ. Μπουρλάς στο πλαίσιο της εκδήλωσης.
Για παράδειγμα, θα μπορούσε με την βοήθεια της συγγραφής αυτόματων κειμένων από συστήματα τεχνητής νοημοσύνης να αποσυμφορηθεί το τμήμα που καταχωρεί την περιγραφή των προϊόντων που περιλαμβάνει το public.gr ενώ με την ανάλυση των δεδομένων να σχεδιαστεί με πιο αποδοτικό τρόπο η αγοραστική εμπειρία, τόσο στο φυσικό κατάστημα όσο και στο online, όπως εξήγησε ο επικεφαλής των Public.
Και στις δύο περιπτώσεις μάλιστα ανέφερε ότι υπάρχουν ελληνικές startups που προσφέρουν αντίστοιχες λύσεις, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι έχουν αρχίσει ήδη να επισκοπούν την αγορά.
Να υπενθυμίσουμε ότι το ταχέως αναπτυσσόμενο omnichannel οικοσύστημα των Public Group έχει ήδη επενδύσει περί τα 30 εκατ. ευρώ σε scale up εταιρείες, όπως η iRepair, η Klarna, η Box Now, η Bookvoice, η Svuum και ο Douleutaras, δημιουργώντας μέσω των επενδύσεων και επικερδείς συνέργειες.
Public + Home και νέο Outlet στο Ρέντη
Επενδύσεις δρομολογούνται και στο δίκτυο των καταστημάτων, οι οποίες θα βασιστούν στα νέα δεδομένα που προέκυψαν από την συγχώνευση των Media Markt με τα Public.
«Μετά την ενοποίηση με τα Media Markt διαπιστώσαμε ότι θα είναι πιο αποτελεσματικό η συνέχειά μας να αφορά σε μια μόνο μάρκα, γεγονός που δημιούργησε το νέο brand Public + Home και 13 νέα καταστήματα, η λειτουργία των οποίων δεν φάνηκε να επηρεάζει αρνητικά τις πωλήσεις.
Σήμερα η αλυσίδα διαθέτει 61 σημεία πώλησης και στόχος δεν είναι η αύξηση του αριθμού τους, αλλά η μετεγκατάσταση και η αύξηση της επιφάνειας όσων κριθεί απαραίτητο. Το ιδανικό σενάριο θα ήταν σταδιακά να μετεγκατασταθούν ή να αναδιαμορφωθούν όλα.
Για το επόμενο έτος βέβαια σχεδιάζουμε να υλοποιήσουμε τρεις ακόμα τέτοιες μετεγκαταστάσεις, οι οποίες θα βασίζονται στο βέλτιστο μοντέλο που προβλέπει καταστήματα με εμβαδόν μεταξύ 2.000 – 2.500 τ.μ. ώστε να στεγάζονται εκεί λευκές συσκευές, τεχνολογία και πολιτισμός, όπως εξήγησαν τα στελέχη των Public.
Σημειωτέον ότι από τα 500 εκατ. τζίρου των Public, τα 100 εκατ. αφορούν την κατηγορία του πολιτισμού, άλλα 100 εκατ. την κατηγορία των λευκών συσκευών – η οποία κατάφερε να εισφέρει άνω του 20% του τζίρου των Public μέσα σε δύο χρόνια, μετά την εξαγορά από την Public των Media Markt – ενώ η μερίδα του λέοντος – τα 300 εκατ. – την κατηγορία της τεχνολογίας.
Στην αύξηση του τζίρου αναμένεται να συμβάλλει αισθητά και το νέο outlet που ανοίγει η εταιρεία στο Ρέντη. Το νέο εκπτωτικό κατάστημα θα διαθέτει ανακατασκευασμένα ή με ελαφρά φθορά είδη από όλη την προϊοντική γκάμα των Public, τα οποία θα καλύπτονται από εγγύηση.
Συνέχεια επενδύσεων θα υπάρξει και στο κομμάτι των τεχνολογικών υποδομών ώστε να αυτοματοποιηθούν οι διαδικασίες και να ενισχυθεί τόσο η offline όσο και η online εμπειρία.
Ειδικά στην περίπτωση της τελευταίας μάλιστα, σημειώθηκε ότι το Public βρίσκεται στην πρώτη θέση της αγοράς, με το 25% των πωλήσεων να είναι ηλεκτρονικές, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στον δεύτερο και τρίτο παίκτη της αγοράς φτάνει στο 14% και στο 7% αντίστοιχα.