της Εύας Οικονομάκη

Δυναμική είσοδο στην ελληνική ξενοδοχειακή αγορά, με αιχμή την Κρήτη και την Πελοπόννησο, προετοιμάζει η γαλλικών συμφερόντων εταιρεία Batipart, επιβεβαιώνοντας έμπρακτα το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον που έχει καλλιεργήσει τα τελευταία χρόνια η άνοδος των βασικών μεγεθών του ελληνικού τουρισμού.

Πρόθεση του ιδρυτή του γαλλικού ομίλου, Charles Ruggieri, ο οποίος συγκαταλέγεται στους 500 οικονομικά πιο ευκατάστατους επιχειρηματίες της Γαλλίας για το 2019, είναι η τοποθέτηση κεφαλαίων ύψους 100 εκατ. ευρώ στο ελληνικό τουριστικό real estate τα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι η Ελλάδα εντάσσεται πλέον στις πιο «ώριμες» τουριστικά αγορές και μπορεί να προσφέρει ιδιαίτερα ελκυστικές αποδόσεις στους δυνάμει επενδυτές. Ο ιδρυτής του ομίλου, που θεωρείται ο πιο ισχυρός οικονομικά επιχειρηματίας στη Λωρραίνη, το τελευταίο χρονικό διάστημα εξετάζει δύο greenfield (νέα) projects σε Κρήτη και Πελοπόννησο.

Αναζητά ευκαιρίες

Εκπρόσωποι του γαλλικού fund βολιδοσκοπούν τον τελευταίο χρόνο τις ευκαιρίες που «γεννά» η ελληνική αγορά ακινήτων, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι οι επικεφαλής της Batipart είχαν επιδείξει τους προηγούμενους μήνες έντονο ενδιαφέρον για την απόκτηση υφιστάμενης μονάδας στη Ρόδο.

Το ενδιαφέρον των επικεφαλής της Batipart κέντρισαν επενδυτικές προτάσεις και σε άλλους ελληνικούς τουριστικούς προορισμούς, μεταξύ των οποίων η Κρήτη, τα νησιά του Ιονίου, η Χαλκιδική και η Αττική, με το βλέμμα τους να εστιάζει τελικά στην Κρήτη και στην Πελοπόννησο.

Πληροφορίες, μάλιστα, αναφέρουν ότι οι επικεφαλής του fund έχουν καταλήξει σε δύο greenfield (νέα) έργα, και όχι σε υφιστάμενες ξενοδοχειακές μονάδες, δίνοντας τη δική τους ψήφο εμπιστοσύνης στις προοπτικές του ελληνικού τουρισμού.

Με δεδομένο, μάλιστα, πως το συγκεκριμένο fund δεν είναι διατεθειμένο να αναλάβει το ίδιο τη λειτουργία και τη διαχείριση των ξενοδοχειακών μονάδων που θα αποκτήσει ή θα αναπτύξει, τα επικείμενα deals που κυοφορούνται, θα αφορούν συμφωνίες με διαχειριστές ξενοδοχείων και διεθνείς ξενοδοχειακές αλυσίδες.

Σύμφωνα δε με τις εκτιμήσεις παραγόντων που παρακολουθούν στενά την εξέλιξη των συγκεκριμένων deals, οι εν λόγω συμφωνίες αναμένεται να συνοδευτούν κατά πάσα πιθανότητα και με την είσοδο για πρώτη φορά στην ελληνική αγορά ισχυρών ξενοδοχειακών brands, που συγκαταλέγονται στην αφρόκρεμα της διεθνούς τουριστικής αγοράς.

Στόχος η Ευρώπη

Το γαλλικό fund, που διαχειρίζεται σήμερα περισσότερα από 3,2 δισ. δολάρια, φιλοδοξεί σε ορίζοντα πενταετίας να διπλασιάσει τα επενδεδυμένα κεφάλαιά του στον τομέα της φιλοξενίας, αναζητώντας ευκαιρίες και σε άλλες μεγάλες δυνάμεις του ευρωπαϊκού τουρισμού.

Όπως αναφέρουν πηγές που παρακολουθούν τη στρατηγική που αναπτύσσει το γαλλικό fund, οι επικεφαλής του επιθυμούν να επεκταθούν δυναμικά και σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα στην Αυστρία, στην Ιταλία και στη Γαλλία, στις οποίες προτίθενται να επενδύσουν από 100 εκατ. ευρώ στην καθεμία.

Εχοντας ήδη συμπληρώσει 32 χρόνια λειτουργίας, η Batipart δραστηριοποιείται στην επένδυση ακινήτων, κυρίως των τουριστικών, στην Ευρώπη, στην Αφρική και στη Βόρεια Αμερική. Στην Ευρώπη, ο όμιλος Batipart δραστηριοποιείται σε 7 χώρες, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στην Ελβετία και στο Λουξεμβούργο.

Πρόσφατα, η εταιρεία, η οποία εδώ και 10 χρόνια έχει μεταφέρει την έδρα της στο Λουξεμβούργο, προχώρησε σε μία κίνηση υψηλής στρατηγικής σημασίας, επενδύοντας με την υποστήριξη θεσμικών επενδυτών, σε 6 ξενοδοχεία στην πόλη του Λουξεμβούργου και στο Κίρτσμπεργκ.

Κίνηση η οποία εγκαινίασε μία νέα στρατηγική για τη γαλλική εταιρεία, αντίστοιχη με αυτή που ακολουθεί στην Αφρική. Ενδεικτικό του μεγέθους της επένδυσης την οποία έκανε το γαλλικό fund είναι το γεγονός ότι η δυναμικότητα των ξενοδοχείων που ενέταξε στο χαρτοφυλάκιό της αντιστοιχεί στο 20% της συνολικής διαθεσιμότητας του Λουξεμβούργου σε κλίνες.

Τις συγκεκριμένες μονάδες διαχειρίζονται μεγάλες αλυσίδες, όπως η Sofitel, η Novotel και η Mama Shelter.

Ισχυρός παίκτης

Η Batipart, η οποία αποτελεί σήμερα έναν από τους κορυφαίους παίκτες του γαλλικού real estate, άρχισε να αποκτά ιδιαίτερο έρεισμα στον χώρο της αγοράς ακινήτων στην Πόλη του Φωτός κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990.

Τα τελευταία 20 χρόνια, δε, η Batipart έχει αναπτύξει ισχυρές σχέσεις με κορυφαίους θεσμικούς και οικονομικούς επενδυτές, μεταξύ των οποίων, εταιρείες με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, όπως η General Electric και η Morgan Stanley, καθώς και ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα όπως η Crédit Agricole Group, η AXA και η Generali.

Στην Αφρική, η Batipart αναπτύσσει την αλυσίδα ξενοδοχείων Onomo, ενώ στη Βόρεια Αμερική το γαλλικό fund συνεργάζεται με τον όμιλο Cogir, ο οποίος ειδικεύεται στον τομέα των ακινήτων.