Σύνταξη: tourismtoday.gr
Με πτώση απειλείται ο τουρισμός στην Ιρλανδία το 2023, σύμφωνα με Ιρλανδική Συνομοσπονδία Τουριστικής Βιομηχανίας (ITIC), ενώ είναι απίθανο να φτάσει τα προ πανδημίας επίπεδα μέχρι το 2026.
Οι βασικές αιτίες που θα επηρεάσουν αρνητικά τον ιρλανδικό τουριστικό τομέα το επόμενο έτος, είναι:
- Ο αυξανόμενος πληθωρισμός.
- Η ενεργειακή κρίση.
- Η έλλειψη κλινών μετά την απόφαση της κυβέρνησης να στεγάσει σε ξενοδοχεία και ξενώνες πρόσφυγες από την Ουκρανία.
Φέτος, 7 εκατομμύρια διεθνείς ταξιδιώτες εισήλθαν στην Ιρλανδία, καλύπτοντας το 73% από το ποσοστό του 2019. Αυτοί προέρχονταν από:
- Ευρώπη 2,6 εκατομμύρια (-28% σε σχέση με το 2019).
- Ηνωμένο Βασίλειο 2,4 εκατομμύρια (-30% σε σχέση με το 2019).
- Βόρεια Αμερική 1,5 εκατομμύριο (-22% σε σχέση με το 2019).
- Αγορές μεγάλων αποστάσεων 500.000 (-32% σε σχέση με το 2019).
Η ITIC χαιρέτισε την αύξηση της αεροπορικής κίνησης στη χώρα. Ωστόσο, εξέφρασε ανησυχίες ότι η ανάκαμψη κινδυνεύει από το αυξανόμενο κόστος καθώς και από την έλλειψη τουριστικών καταλυμάτων.
Ο Eoghan O’Mara Walsh, Διευθύνων Σύμβουλος της ITIC, δήλωσε ότι η προσφορά καταλυμάτων θα περιοριστεί δραστικά το επόμενο έτος.
Όπως υπογράμμισε «τουλάχιστον το 28% των τουριστικών κλινών στην Ιρλανδία δεν είναι διαθέσιμες στην τουριστική οικονομία λόγω των κρατικών συμβάσεων.
Ενώ τα ξενοδοχεία και οι ξενώνες αποτελούν μέρος της λύσης για τη φιλοξενία των προσφύγων, δεν μπορούν να είναι η μόνη λύση».
Είπε επίσης ότι εάν αυτό το ποσοστό των καταλυμάτων δεν είναι διαθέσιμο το επόμενο έτος για διεθνείς ταξιδιώτες, ο τουριστικός τομέας θα έχει απώλειες σε κέρδη έως και 1 δις ευρώ.
Τόνισε χαρακτηριστικά πώς «αν δεν υπάρχουν τουριστικές κλίνες στους προορισμούς της χώρας το επόμενο καλοκαίρι, δεν θα υπάρχει τουριστική δραστηριότητα. Κι αυτό θα έχει πολύ αρνητικό αντίκτυπο στις τοπικές οικονομίες».
Επιπλέον, η ITIC αναφέρει ότι και οι εμπλεκόμενες με τον τουρισμό επιχειρήσεις, όπως αξιοθέατα, εστιατόρια, παμπ, καταστήματα και μουσεία θα πληγούν ιδιαίτερα.
Τον Σεπτέμβριο, η Ιρλανδία υποδέχθηκε περισσότερους από 900.000 διεθνείς ταξιδιώτες, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από τα επίπεδα πριν από την πανδημία.